- επτακαιεικοσαπλάσιος
- ἑπτακαιεικοσαπλάσιος, -ον (Α)ο μεγαλύτερος κατά εικοσιεπτά φορές.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἑπτακαιεικοσαπλάσιος — twenty seven fold masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπτακαιεικοσαπλασίω — ἑπτακαιεικοσαπλάσιος twenty seven fold masc/fem/neut nom/voc/acc dual ἑπτακαιεικοσαπλάσιος twenty seven fold masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπτακαιεικοσαπλασίων — ἑπτακαιεικοσαπλάσιος twenty seven fold masc/fem/neut gen pl ἑπτακαιεικοσαπλασίων twenty seven fold masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπτακαιεικοσαπλάσια — ἑπτακαιεικοσαπλάσιος twenty seven fold neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επταεικοσαπλάσιος — ἑπταεικοσαπλάσιος, ον (Α) βλ. επτακαιεικοσαπλάσιος … Dictionary of Greek
επτακαιεικοσαπλασίων — ἐπτακαιεικοσαπλασίων, ον (Α) επτακαιεικοσαπλάσιος* … Dictionary of Greek